Το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό πάντα “κοιτά” προς το εξωτερικό ενστερνιζόμενο τις τελευταίες εξελίξεις στην ναυτική τεχνολογία και τακτική. Είναι μια παράδοση που το Όπλο την έχει ήδη από τον 19ο αιώνα όταν και έστελνε νέα παιδιά να σπουδάσουν σε πολεμικά ναυτικά της Δύσης ούτως ώστε να μεταλαμπαδεύσουν ό,τι μάθαιναν στο ελληνικό Πολεμικό (Βασιλικό τότε) Ναυτικό. Ήταν η λεγόμενη “χρυσή νεολαία” του Ναυτικού με κορυφαίο εκπρόσωπό της τον αξεπέραστο Λεωνίδα Παλάσκα. Σε αυτήν την “χρυσή νεολαία” ανήκει και ο Αθανάσιος Μιαούλης.

Γεννήθηκε το 1815 στην Ύδρα. Γιος του Ανδρέα Μιαούλη, το 1829 φοίτησε στην Στρατιωτική Σχολή του Μονάχου. Μετά την αποφοίτησή του υπηρέτησε στον Βρετανικό Στόλο. Το 1843 επιστρέφει στην Ελλάδα και διορίζεται υπασπιστής (διαγγελεύς) του Βασιλιά Όθωνα. Το 1847 τον ευρίσκουμε ως Πλοίαρχο να συμμετέχει στην συζήτηση σχετικά με το ποιό είναι το προσφορότερο προωστήριο μέσο για τα ατμοκίνητα (τροχός ή έλικα). Τον Δεκέμβριο του 1855 ως Υπουργός των Ναυτικών είχε μεγάλη συμβολή στο να αποκτήσει το Πολεμικό Ναυτικό τα πρώτα αμιγώς σιδηρά σκάφη. Με έγγραφο πρότεινε στον Βασιλιά να παραγγελθούν στην Αγγλία πέντε ατμόπλοια 178 τόνων από ξύλο. Από αυτήν την πρόταση το Βασιλικό Ναυτικό βρέθηκε να αποκτά τα πρώτα παγκοσμίως σιδηρά ελικοφόρα σκάφη που συμμετείχαν σε δύναμη πολεμικού στόλου. Ήταν οι ατμοημιολίες Πληξαύρα, Αφρόεσσα, Πανόπη και Σφενδόνη. Στην συνέχεια ως Υπουργός στήριξε την συνέχιση και ολοκλήρωση των παραπάνω ναυπηγήσεων.

Ανήκοντας και ο ίδιος στην λεγόμενη «χρυσή νεολαία του Ναυτικού», έχοντας σπουδάσει το εξωτερικό, ανησυχούσε για τα χρονίζοντα προβλήματα του Βασιλικού Ναυτικού. Ο ίδιος μαζί με τους Γεράσιμο Ζωχιό, Δημήτριο Σαχτούρη και Νικόλαο Μιαούλη συγγράφουν το 1844 το «Υπόμνημα περί του Βασιλικού Ναυτικού», στο οποίο αναλύονται οι αδυναμίες σε όλους τους τομείς. Το παραπάνω πόνημα αποτελεί σπουδαία πηγή για την εικόνα του Πολεμικού Ναυτικού της περιόδου.
Από τις 13 Νοεμβρίου 1857 μέχρι τις 26 Μαΐου 1862 χρημάτισε Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Ο Αθανάσιος Μιαούλης επιδόθηκε σ’ ένα ευρύ πρόγραμμα δημοσίων έργων που συνετέλεσαν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Κυριότερο, η διόρυξη και η γεφύρωση του πορθμού του Ευρίπου στην Χαλκίδα. Παρ’ όλα αυτά το 1862 θα καταστείλει με άγριο τρόπο την εξέγερση στο Ναύπλιο (ή Ναυπλιακά), γεγονός που τον οδήγησε και στην παραίτηση. Με την έξωση του Όθωνα εγκατέλειψε την Χώρα. Με την εκλογή του Γεωργίου Α’ ως νέου βασιλέα της Ελλάδος, ο Μιαούλης επέστρεψε στην Αθήνα, αλλά δεν αναμίχθηκε στην πολιτική. Πέθανε στο Παρίσι το 1867.


Βιβλιογραφία
• Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1974, τ. ΙΓ’, σελ 166, 172, 177, 188, 237 – 238.
• Ευαγγελίδης, Τ (1894), Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος (1832-1862), Αθήναι, σελ 605.
• Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου, τ. 13ος, σελ 546.
• Γέροντας, Π (2016, β’ εκδ 2019), Μεθ’ Ορμής Ακαθέκτου. Επίτομη Ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού 1821 – 1945, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, Αθήνα, σελ 101, 102, 122, 124.
• Μιαούλης Α.Α., Ζωχιός Γ., Σαχτούρης Δ.Γ., Μιαούλης Ν.Α. (1844), «Υπόμνημα περί του Βασιλικού Ναυτικού», Αθήνησιν εκ της τυπογραφίας Χ. ΒΑΦΑ
• Φωκάς, Δ (1923), Χρονικά του Ελληνικού Β. Ναυτικου 1833 – 1873, εκδοσις ΓΕΝ, σελ 53, 72, 73, 81, 131, 133, 140, 162.