Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου (20 Οκτωβρίου 1827)

Συγγραφέας: Βλάσιος Οικονόμου, Ιστορικός στην Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού

Δύο σημαντικά γεγονότα διαδραματίστηκαν πριν την καθοριστικής σημασίας αναμέτρηση του συμμαχικού και του οθωμανο-αιγυπτικού στόλου στον κόλπο του Ναβαρίνου, που έμελλε να συμβάλουν στην επίλυση της ελληνικής Επανάστασης, μέχρι και την περίοδο διακυβέρνησης του κράτους από τον Καποδίστρια.

Το 1825 ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ πέθανε και ο διάδοχός του, Νικόλαος Α΄, ακολούθησε μία πιο ενεργό διπλωματική στάση απέναντι τόσο στην Υψηλή Πύλη όσο και τις Μεγάλες Δυνάμεις, αναγκάζοντας τις δεύτερες να συναινέσουν στα ρωσικά σχέδια. Ο νέος Τσάρος αν και προσωρινά είχε αφήσει έξω από τη διπλωματική του ατζέντα το ελληνικό ζήτημα, ωστόσο με έμμεσο τρόπο προετοίμαζε το έδαφος, ώστε να αναγνωριστεί το δικαίωμα των Ελλήνων για αυτοδιάθεση. Αποτέλεσμα αυτών των διπλωματικών διεργασιών, ήταν το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης. Από την συνάντηση αυτή, ανάμεσα σε Αγγλία και Ρωσία, προέκυψε ένα κείμενο που αν και ήταν η πρώτη διεθνής πράξη, η οποία αναφερόταν στην ίδρυση αυτόνομου ελληνικού κράτους, δέσμευε ουσιαστικά τις δύο χώρες που το υπέγραψαν (και κυρίως τη Ρωσία απέναντι στην Αγγλία), ότι σε μελλοντικό χρόνο θα αποτελούσαν τα δύο κράτη που θα είχαν σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για την αυτονόμηση της Ελλάδας.

Η ναυμαχία του Ναβαρίνου (1827). Ελαιογραφία του Γκαρνερέ (Louis Ambroise Garneray)

Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης υπεγράφη την 4η Απριλίου 1826, από τον Άρθουρ Γουέλσλι, 1ο δούκα του Ουέλλινγκτον (Wellington), εκ μέρους της Αγγλίας και τον Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Nesselrode. Όπως ήδη αναφέρθηκε, αποτελούσε την πρώτη διεθνή πράξη αναγνώρισης της Ελλάδας, με το οποίο συμφωνούσαν τόσο η Αγγλία όσο και η Ρωσία και δήλωναν από κοινού, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ότι ο ανθρωπισμός τους υπαγόρευε να λάβουν άμεσα μέτρα, ώστε να σταματήσουν ένα εξοντωτικό και «ανώφελο» πόλεμο. Ταυτόχρονα, καλούσαν τη Γαλλία, καθώς και τις υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις να συμπράξουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης αποτέλεσε για πρώτη φορά την επίσημη διπλωματική πράξη δύο μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων στο οποίο έγινε λόγος για την ελληνική εθνότητα, για τη συγκρότηση ελληνικής κρατικής οντότητας με χερσαία εδάφη και νησιά και που θα αναγνωρίζονταν με το όνομα Ελλάς (sous la denomination de Grèce).

Το  Πρωτόκολλο της Πετρούπολης ήταν η αφορμή που οδήγησε στην Συνθήκη του Λονδίνου. Tην 6η Ιουλίου 1827, οι Πληρεξούσιοι των τριών Κυβερνήσεων, αποφάσισαν στο Λονδίνο να υπογράψουν τη Συνθήκη. Ο άμεσος σκοπός της ήταν η αποκατάσταση της ειρήνης μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, μέσω διακανονισμού τον οποίο επιζητούσε, τόσο το αίσθημα του ανθρωπισμού, όσο και το συμφέρον της Ευρώπης για ειρήνη στην ανατολική Μεσόγειο. Για την ιστορία, οι Πληρεξούσιοι που τήν υπέγραψαν ήταν, ο Αντικόμης Ουίλιαμ Ντάντλεϊ (Dudley) για την Αγγλία, ο Πρίγκιπας Λιέβεν (Lieven) για την Ρωσία και ο Γάλλος κόμης Ιούλιος Πολινιάκ (Polinac). Ως προς το περιεχόμενό της, η νέα Συνθήκη περιλάμβανε όλες τις διατάξεις του Πρωτοκόλλου της Πετρούπολης (4 Απριλίου 1826), ενώ στο προοίμιο της αναφέρονταν οι λόγοι με τους οποίους θεμελιώνονταν η παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Ένας από αυτούς ήταν, η ελληνική αίτηση παρέμβασης προς την Αγγλία και την Γαλλία. Επιπρόσθετα, αναγράφονταν η ανάγκη καταστολής της πειρατείας και της προστασίας των εμπορικών συμφερόντων.

Αντίγραφο της Συνθήκης του Λονδίνου μεταξύ των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ρωσία), η οποία προέβλεπε την αυτονομία της Ελλάδας, με την υποχρέωση καταβολής φόρου στο Σουλτάνο. Τα χερσαία σύνορα δεν καθορίστηκαν, αλλά θα ρυθμίζονταν με διαπραγματεύσεις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Με ένα μυστικό πρωτόκολλο, δόθηκε στην Υψηλή Πύλη προθεσμία ενός μηνός για να αποδεχθεί τους όρους της Συνθήκης, μετά την οποία οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων θα είχαν το δικαίωμα να επιβάλουν την εφαρμογή της (πηγή: ΥΠΕΞ).

Η Συνθήκη του Λονδίνου αποτελούνταν από επτά άρθρα και ένα επιπλέον, μυστικό άρθρο, το οποίο τήν διαφοροποιούσε ουσιαστικά από το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης. Το μυστικό αυτό άρθρο όριζε ότι, εάν μέσα σε ένα μήνα (το χρονικό όριο άλλαξε αργότερα σε δεκαπέντε ημέρες), οι Οθωμανοί δεν δέχονταν την προτεινόμενη μεσολάβηση, οι σύμμαχοι θα έστελναν πρόξενους στην Ελλάδα. Συνέπεια αυτών των μέτρων θα ήταν η συνένωση των στόλων των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), με σκοπό όπως παρεμποδίσουν την άφιξη στην επαναστατημένη Ελλάδα, κάθε ενίσχυσης της οθωμανικής ή αιγυπτιακής δύναμης με στρατεύματα, υλικά και όπλα. Επιπλέον, όριζε ότι, αν μια από τις αντιμαχόμενες πλευρές απέκρουε την ανακωχή, οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις θα εμπόδιζαν τις συγκρούσεις μεταξύ των δύο πλευρών, χωρίς όμως να λάβουν μέρος στις εχθροπραξίες. Τέλος, αν μετά από κάθε προσπάθεια, τα μέτρα αυτά δεν έπειθαν την Πύλη να δεχθεί τις προτάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων ή αν από την πλευρά τους οι Έλληνες δεν αποδέχονταν τους όρους, οι οποίοι είχαν καθοριστεί προς όφελός τους, οι Συμβαλλόμενες Δυνάμεις θα συνέχιζαν ακάθεκτες το έργο της ειρήνευσης βάσει των όρων της Συνθήκης.

Το απόγευμα της 24ης Σεπτεμβρίου 1827, το πλοίο γραμμής Asia, η φρεγάτα Sirene και το μπρίκι Philomele εισήλθαν και αγκυροβόλησαν στον όρμο του Ναβαρίνου. Ο οθωμανο-αιγυπτιακός στόλος που είχε εκπλεύσει τις προηγούμενες ημέρες, επέστρεψε κι αυτός στο Ναβαρίνο. Έγινε φανερό ότι ο αντικειμενικός σκοπός της Συνθήκης του Λονδίνου, να αποτρέψει τις εχθρικές αντίποινες πράξεις είχε επιτευχθεί. Το μόνο που είχε απομείνει ήταν ένα ευρύτερο έργο, η ανακωχή δηλαδή, απαραίτητη για τις περαιτέρω διαπραγματεύσεις και την κατάπαυση της αιματοχυσίας. Αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός της συνάντησης των συμμάχων Ναυάρχων με τον Ιμπραήμ.

Το πρωί της 25ης Σεπτεμβρίου 1827, το αγγλικό πλοίο γραμμής Asia χαιρέτησε με 19 βολές πυροβόλου τον Αιγύπτιο Αρχιστράτηγο, Ιμπραήμ. Μετά από σχετική πρόσκληση από τον Ιμπραήμ, η συνάντηση ορίστηκε να πραγματοποιηθεί στις 10 το πρωί. Ο Κόδριγκτον ενημέρωσε τον Ιμπραήμ σχετικά με την Συνθήκη του Λονδίνου, η οποία είχε υπογραφεί και από τις τρεις Συμμαχικές Δυνάμεις, και πως ήταν καθήκον για αυτούς να παρεμποδίσουν τον οποιοδήποτε ανεφοδιασμό, είτε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία είτε από την Αίγυπτο. Σε απάντηση του ο Ιμπραήμ υπενθύμισε στους Ναυάρχους ότι, και αυτός ήταν στρατιώτης και πως η υπακοή ήταν καθήκον και για τον ίδιο. Επίσης, ο Ιμπραήμ επεσήμανε ότι είχε τη διαταγή να προβεί στην καταστροφή της Ύδρας, την οποία και έπρεπε να εκτελέσει. Οι σύμμαχοι Ναύαρχοι υπενθύμισαν ότι οι ίδιοι είχαν εντολές φιλικής στάσης απέναντι στον οθωμανο-αιγυπτιακό στόλο. Στην αντίθετη περίπτωση, θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν την εχθρική του στάση με βία, πράξη την οποία δεν επιθυμούσαν ούτε και αυτοί. Άλλωστε, το πνεύμα της συνάντησης τους ήταν να επιλύσουν τις οποιεσδήποτε διαφορές με φιλικό διακανονισμό.

Υπό την παρουσία των συμμαχικών στόλων, ο Ιμπραήμ θα πρέπει να θορυβήθηκε, διότι σε επιστολή προς τον Αιγύπτιο επιτετραμμένο στην Πύλη καταμαρτυρούσε τη σίγουρη επιβολή, έστω και δια της βίας των αποφάσεων της Ιουλιανής Συνθήκης και τη συντριβή του στρατού και του στόλου του. Τον κίνδυνο είχε αντιληφθεί και ο ίδιος ο Μωχάμετ Άλη, ο οποίος επιχείρησε να βρει μια συμβιβαστική λύση προς αποφυγή προβλεπόμενης καταστροφής χωρίς να αθετήσει τις συμφωνίες με τον Σουλτάνο. Η Πύλη έδειξε και σε αυτή την περίπτωση τη γνωστή αδιαλλαξία της.

Η διορία που είχε δοθεί στον Ιμπραήμ για να απαντήσει στους όρους της Συνθήκης του Λονδίνου έληξε στις 17 Οκτωβρίου 1827. Οι τρεις Ναύαρχοι του Συμμαχικού στόλου, έχοντας πληροφορίες για τις αλλεπάλληλες καταστροφικές δραστηριότητες του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, του προμήνυσαν να σταματήσει τις εχθρικές ενέργειες για να αποφύγει τις άμεσες συνέπειες μιας άρνησης ή μιας υπεκφυγής. Τελικά, πήραν την απόφαση να εισέλθουν στο λιμάνι και να ασκήσουν την απαραίτητη για την επιβολή των όρων της Ιουλιανής Συνθήκης πίεση. Ωστόσο, ένα αναπάντεχο και ασήμαντο γεγονός οδήγησε σε σύγκρουση δίχως να έχει αποφασιστεί εκ των προτέρων.

Η 20η Οκτωβρίου 1827 ξημέρωσε με άπνοια, αλλά περίπου στις 10.00 το πρωί έπνευσε ασθενής Νότιο-Ανατολικός άνεμος, επιτρέποντας στα συμμαχικά πλοία να απάρουν προς τον όρμο του Ναβαρίνου. Το μεσημέρι, ο άνεμος δυνάμωσε αρκετά, ώστε να φουσκώσει τα πανιά των πλοίων και ο Κόδριγκτον σήμανε στον συμμαχικό στόλο να ξεκινήσει την προσπέλαση προς την είσοδο του όρμου σε δύο στήλες, με τα ίχνη του πλοίου γραμμής Asia να ακολουθούν τα πλοία γραμμής Genoa, Albion και οι φρεγάτες Dartmouth, Cambrian και Glasgow και η Talbot, καθώς και τα μπρίκια Rose, Mosquito, Brisk και Philomel. Τον Αγγλικό Στόλο και σε γραμμή παραγωγής ακολουθήσε ο Γαλλικός Στόλος με τον Ναύαρχο Δεριγνύ να επιβαίνει στη φρεγάτα Sirene και να ακολουθούν τα πλοία γραμμής Scipion, Trident και Breslaw. Η φρεγάτα Armide ήταν τοποθετημένη στην αριστερή πλευρά της ναυαρχίδας Sirene και ακολουθούσαν οι γολέτες Alcyone και Daphne. Στην αριστερή πλευρά και υπήνεμα σε απόσταση μερικών μιλίων της αγγλο-γαλλικής γραμμής, έπλεαν, επίσης, σε γραμμή παραγωγής τα ρωσικά πλοία. Πρώτη ήταν η ναυαρχίδα Azoff του Χέυδεν και ακολουθούσαν τα πλοία γραμμής Gangoud, Ezekiel και Alexander Nevsky, καθώς, επίσης και οι φρεγάτες Provornyi, Konstantin, Elena και Kastor

Στις 13.30 ο Κόδριγκτον σήμανε στα πλοία να προετοιμαστούν για δράση. Στις 14.00 η αγγλική ναυαρχίδα περνούσε την είσοδο του όρμου ανενόχλητη, σε κοντινή απόσταση από τα επάκτια πυροβολεία των δύο πλευρών. Ένας μόνο άσφαιρος κανονιοβολισμός ρίχτηκε από ένα πυροβολείο, μάλλον για να γνωστοποιήσει την είσοδο των συμμαχικών πλοίων στους Μουσουλμάνους Ναυάρχους. Αμέσως μία μικρή βάρκα, σταλμένη από την αιγυπτιακή ναυαρχίδα, πλησίασε το Asia και ζήτησε από τον Κόδριγκτον, προφανώς με εντολή του Μοχαρέμ μπέη, να μην επιμείνει στην είσοδο του συμμαχικού στόλου στον όρμο. Ο Άγγλος Ναύαρχος συνέχισε τον πλου, έως ότου το Asia έφτασε, δέκα λεπτά αργότερα, στην ανατολική πτέρυγα του πετάλου που σχημάτιζε ο οθωμανο-αιγυπτιακός στόλος και αγκυροβόλησε ανάμεσα στα ναυαρχικά πλοία του καπετάν μπέη Μουσταφά και του Μοχαρέμ μπέη και μέσα στην ακτίνα βολής δύο εχθρικών φρεγατών. Η ώρα ήταν περίπου 14.15, όταν τα Genoa και Albion προσπέρασαν το Asia και αγκυροβόλησαν διαδοχικά, λίγο βορειότερα, σε αποστάσεις 200-250 γιαρδών μεταξύ τους. Και τα τρία αγγλικά πλοία της γραμμής έλαβαν θέση κοντά σε ένα ή δύο από τα κύρια οθωμανο-αιγυπτιακά πλοία γραμμής και δίκροτες φρεγάτες. Την ίδια στιγμή, το Dartmouth αγκυροβολούσε κοντά στο τέλος της γραμμής των οθωμανο-αιγυπτιακών πλοίων, στη νότιο-ανατολική γωνία του όρμου, έχοντας την αποστολή να επιτηρεί τα πυρπολικά. Στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα, ο αξιωματικός, που είχε σταλεί από τον Μοχαρέμ μπέη για να συναντήσει το Asia στην είσοδο του όρμου, αποβιβάστηκε στην ακτή και τρέχοντας έφτασε σε μία σκηνή στον λόφο του Νεόκαστρου. Προφανώς, ανέφερε τις κινήσεις του Κόδριγκτον και έτσι μια κόκκινη σημαία υψώθηκε, ενώ από τις επάλξεις του κάστρου ρίχτηκε μια άσφαιρη, συνθηματική, βολή.

Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου (Τελική Φάση).
Θέσεις και μετακινήσεις αντίπαλων στόλων εντός του όρμου του Ναβαρίνου. Πηγή: Κων/νος Μεταλληνός, Ο Ναυτικός Πόλεμος κατά την Ελληνική Επανάσταση, εκδ ΥΙΝ (β’ εκδ.), Αθήνα, 2020.

Αμέσως μετά, μία βάρκα έφυγε από το πλοίο του Καπετάν μπέη και κατευθύνθηκε προς την αιγυπτιακή ναυαρχίδα. Μετά από σύντομη στάση συνέχισε προς το πλησιέστερο πυρπολικό, περνώντας βιαστικά δίπλα από το Dartmouth, που μόλις είχε αγκυροβολήσει μεταξύ της αιγυπτιακής φρεγάτας Ihsanieh και του πυρπολικού. Όταν έφτασε και πλεύρισε στο πυρπολικό, οι επιβαίνοντες στη βάρκα ανέβηκαν στο κατάστρωμά του και άρχισαν αμέσως να το προετοιμάζουν. Ο Πλοίαρχος Fellowes αντιλήφθηκε πως ετοίμαζαν την πυροδότηση του πυρπολικού και τότε, όπως έγραψε στην αναφορά του προς τον Ναύαρχο Κόδριγκτον «αισθάνθηκε ότι ήταν απολύτως απαραίτητο να λάβει άμεσα μέτρα που θα εμπόδιζαν την καταστροφή του στόλου, η οποία, όπως προετοιμάζονταν φαινόταν αναπόφευκτη». Ο κυβερνήτης του Dartmouth έστειλε γρήγορα με μία βάρκα τον πρώτο Υποπλοίαρχο και του έδωσε την εντολή να εξηγήσει στο πλήρωμα του πυρπολικού ότι, αν παρέμενε ήσυχο δεν θα πάθαινε καμιά ζημιά. Αλλά, επειδή η θέση του πυρπολικού αποτελούσε μεγάλο κίνδυνο για τον συμμαχικό στόλο, επιθυμούσε να το εγκαταλείψουν με τις βάρκες τους ή να το μετακινήσουν μακριά προς την ακτή. Καθώς η αγγλική βάρκα απομακρυνόταν από τη φρεγάτα, ο Fellowes φώναξε προς τον Υποπλοίαρχο «να μην ξεχάσει πως δεν πρέπει να γίνει καμία εχθρική πράξη από μέρους μας, υπό οιασδήποτε περίστασης». Το γεγονός αυτό ήταν η αιτία έκρηξης της αιματηρής ναυμαχίας.

Ποτέ άλλοτε ένα «τυχαίο» γεγονός δεν είχε τόσο σημαντικό αποτέλεσμα. Συνεχίζοντας, όταν η αγγλική βάρκα πλησίασε από την πρύμνη το πυρπολικό σταμάτησε να κωπηλατεί, ο λέμβαρχος δέχτηκε μία σφαίρα και έπεσε νεκρός, τη στιγμή που ο Υποπλοίαρχος προσπαθούσε με νοήματα να εξηγήσει στον Αιγύπτιο καπετάνιο ότι δεν είχε πρόθεση να επιτεθεί. Παρότι ο Άγγλος αξιωματικός συνέχισε τα καθησυχαστικά νοήματα και μετά το θάνατο του λεμβάρχου, τα πυρά από το πυρπολικό συνεχίστηκαν με αποτέλεσμα το θάνατο και τραυματισμό και των υπόλοιπων Άγγλων ναυτών. Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε από το Dartmouth ότι μερικοί ναύτες του πυρπολικού ανέφλεξαν την πυρίτιδα στο πλοίο. Οπότε, ο Fellowes έστειλε τη μεγάλη άκατο, με τον Υποπλοίαρχο Fitzroy, για να το ρυμουλκήσει μακριά από το πλοίο. Κατά τη διαδρομή της η άκατος συνάντησε τη βάρκα του αναφλεγέντος πυρπολικού, που μετέφερε το πλήρωμά του προς την ακτή. Οι Μουσουλμάνοι άνοιξαν αμέσως πυρ με μουσκέτα και ο πρώτος νεκρός στην άκατο ήταν ο Υποπλοίαρχος Fitzroy. Ο Άγγλος κυβερνήτης, βλέποντας τα όσα συνέβαιναν, διέταξε τους ναύτες της φρεγάτας να καλύψουν με πυρά την υποχώρηση των δύο λέμβων, τις οποίες, αφού ενίσχυσε με ναύτες, έστειλε ξανά για να απομακρύνουν το φλεγόμενο πυρπολικό. Σχεδόν την ίδια στιγμή δύο βλήματα πυροβόλου, από αιγυπτιακή κορβέτα της δεύτερης γραμμής, σήμαναν την έναρξη ανταλλαγής κανονιοβολισμών μεταξύ των πλοίων. Το ένα βλήμα πέρασε μόλις ψηλότερα από την κουπαστή του Dartmouth και το δεύτερο χτύπησε τη γαλλική ναυαρχίδα Sirene που τότε αγκυροβολούσε, ενώ πίσω της πλησίαζε αργά το Scipion για να πάρει τη θέση του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αφροσύνη της αιγυπτιακής κορβέτας να βάλει προκάλεσε την έναρξη της ναυμαχίας.

Η ναυμαχία διήρκεσε περίπου τέσσερις ώρες. Όταν τελείωσε, από τα 89 πλοία του οθωμανο-αιγυπτιακού στόλου είχαν χαθεί τα 60, ενώ παρέμειναν μόνο 29 με σοβαρές ζημιές.  Σε ανθρώπινο δυναμικό οι απώλειες του οθωμανο-αιγυπτιακού στρατού ανέρχονταν σε 8.000 – 10.000 άνδρες νεκρούς και τραυματίες. Σε αντίθεση με τον συμμαχικό στόλο, ο οποίος δεν έχασε κανένα πλοίο και οι έμψυχες απώλειες περιοριορίστηκαν σε 649 σε νεκρούς και τραυματίες.

Μακροπρόθεσμα φάνηκε ξεκάθαρα ότι από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις εκείνη που ικανοποιήθηκε από την καταστροφή της ναυμαχίας ήταν η Ρωσία. Η Γαλλία εκδήλωσε ανησυχία, ενώ η Αυστρία εξέλαβε την ναυμαχία ως το ξεκίνημα ενός γενικού χάους. Στην Αγγλία επικράτησε αμηχανία εξαιτίας αυτού του ατυχούς και απρόσμενου συμβάντος. Η συντηρητική κυβέρνηση ξεκίνησε εκ των υστέρων να επιπλήττει την πολιτική του πρωθυπουργού της Κάνιγκ, ο οποίος είχε πεθάνει λίγο πριν τη ναυμαχία, ενώ ύβρεις εξαπολύθηκαν και εναντίον του Αντιναυάρχου Κόδριγκτον για παράβαση εντολών. Τέλος, η Υψηλή Πύλη πληροφορήθηκε το αποτέλεσμα της ναυμαχίας με αισθήματα συντριβής και οργής για τους “άπιστους φράγκους”. Οι μόνοι που πραγματικά αγκάλιασαν με ενθουσιασμό και ικανοποίηση το γεγονός ήταν εκείνοι που είδαν να παίρνει σάρκα και οστά το όραμα της ελευθερίας και δημιουργίας ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, οι Έλληνες επαναστάτες.

Η Συνθήκη του Λονδίνου επέδρασσε αποφασιστικά στην επίλυση του ελληνικού ζητήματος, καθώς περιείχε τον αναγκαίο όρο για τη συγκρότηση του βρετανικού, ρωσικού και γαλλικού στόλου, που οδήγησε τον Οκτώβριο του 1827 στη νίκη του Ναβαρίνου. Με την ανωτέρω Συνθήκη, κάμφθηκαν οι σχετικές επιφυλάξεις της Βρετανίας έναντι των εγγυήσεων απέναντι στην ελληνική πλευρά, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά στη διάσωση της Επανάστασης και, εν τέλει, στην επίλυση του ζητήματος. Επομένως, η Συνθήκη του Λονδίνου αποτέλεσε τον πρόλογο των κατοπινών διπλωματικών ζυμώσεων, που κατέληξαν στην ίδρυση του Ελληνικού Κράτους.

Βιβλιογραφία:

1.Bourchier (Lady) (1873), Volume II, Memoir of the Life of Admiral sir Edward Codrington,

London.

2.Dakin D. (2010), Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, Αθήνα: ΜΙΕΤ

3.Αλεξανδρής Κ. Α (1930), Αι Ναυτικαί Επιχειρήσεις του υπέρ Ανεξαρτησίας Αγώνος, 1821- 1829, Αθήνα: Γ.Ε.Ν (Ν. Επιθεώρηση)

4.Βακαλόπουλος Α. (1980), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση

(1821-1829), Τόμος Ε΄, Θεσσαλονίκη: Αντ. Σταμούλης.

5.Γέροντας Π. (2019), ΜΕΘ’ ΟΡΜΗΣ ΑΚΑΘΕΚΤΟΥ, Επίτομη Ιστορία του Πολεμικού

Ναυτικού 1821-1945, Έκδοση Β΄, Αθήνα: Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, Υ.Ι.Ν.

6.Γιαννόπουλος Γ. (2003), “Η Διπλωματία: Ευρωπαϊκοί Ανταγωνισμοί και Ίδρυση Ελληνικού

Κράτους”, στο συλλογικό έργο ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, 1770-2000,

Επιμέλεια Β. Παναγιωτόπουλος, Τόμος Γ΄, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

7.Κόκκινος Δ. (1974), Η Ελληνική Επανάστασις, Τόμος ΣΤ΄, Αθήνα: Μέλισσα.

8. Μεταλληνός Κ, Ο Ναυτικός Πόλεμος κατά την Ελληνική Επανάσταση, εκδ ΥΙΝ (β’ εκδ.), Αθήνα, 2020.

9.Παπαρρηγόπουλος Κ. (1932), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, από Αρχαιοτάτων χρόνων

μέχρι το 1930, Τόμος ΣΤ΄, Αθήνα: Ελευθερουδάκης

10.Σίμψας Μ. (1982), Το Ναυτικό στην Ιστορία των Ελλήνων, Τόμος Δ΄, Αθήνα: Ιδιωτική.

11.Στέφανος Παπαγεωργίου (2005), Από το Γένος στο έθνος, Η θεμελίωση του ελληνικού κράτους 1821-1862, Αθήνα: Παπαζήση

12.Φωκάς Δ. (1927), Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου, Αθήνα: Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, Ναυτική

Επιθεώρηση.