Η μάχη του ποταμού Θάτη (Κουμπάν) 310 π.Χ.

Συγγραφέας άρθρου: Στέφανος Σκαρμίντζος, Ma Military History, μέλος του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος

Το υπόβαθρο της σύγκρουσης

Την εποχή που οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου ανταγωνίζονταν άγρια, στην περιοχή του Πόντου, μετά από το θάνατο του  Παρυσάδη, που ήταν βασιλιάς του Κιμμέριου Βοσπόρου, οι γιοί του Εύμηλος, Σάτυρος, και Πρύτανης άρχισαν  έναν αμείλικτο αγώνα, ο ένας εναντίον του άλλου για την πρωτοκαθεδρία. Ο βασιλιάς Παρυσάδης, που είχε κυβερνήσει για 38 έτη επέλεξε τον μεγαλύτερο γιο του Σάτυρο, ως κληρονόμο του. Ο νεώτερος όμως γιος, ο Εύμηλος, αμφισβήτησε την διαδοχή. Διέφυγε από την πρωτεύουσα Παντικάπαιο για να βρει υποστηρικτές. Κατέφυγε στην περιοχή του ποταμού Θάτη (Κουμπάν), και κέρδισε την υποστήριξη των Θατέων (Σαρματών) και του βασιλιά τους Αριφάρνη. Οι Σαρμάτες ήταν υποτελείς του βασιλείου του Βοσπόρου, κι έτσι θεώρησαν αυτό το γεγονός ως αφορμή για να απαλλαγούν από την υποτέλεια.

Μόλις το έμαθε, ο Σάτυρος εκστράτευσε εναντίον του, με έναν επίσης ισχυρό στρατό. Οι Σκύθες, που είχαν  μακρόχρονους δεσμούς με το βασίλειο του Βοσπόρου για χρόνια, υποστήριξαν το Σάτυρο. Διέσχισε τον ποταμό Θάτη (σημ. Κουμπάν) και εισήλθε στην περιοχή των εχθρών του. Στρατοπέδευσε και αφού οχύρωσε τον καταυλισμό του με τις βοϊδάμαξες που διέθετε για να μεταφέρει τις άφθονες προμήθειές του, παρέταξε το στρατό του για τη μάχη.

Οι δυνάμεις των αντιπάλων.

Ο στρατός του Εύμηλου αποτελείτω από 22000 ιππείς και 20000 πεζούς. Οι Σαρμάτες αποτελούσαν το σύνολο του ιππικού του αλλά και αυτός φαίνεται να διέθετε και δική του σωματοφυλακή στο πρότυπο των Ελληνιστικών θωρακισμένων «βασιλικών φίλων». Μόνο οι ελάχιστοι Σαρμάτες ευγενείς ήταν βαριά οπλισμένοι ενώ οι υπόλοιποι ήταν ελαφροί ιππείς. Αυτό έμελλε να είναι καθοριστικό στην εξέλιξη της μάχης.

Σκύθης ιπποτοξότης (εικόνα του Johny Schumate, https://johnyshumate.com)

Το πεζικό του ήταν οι υποτελείς των Σαρματών και επαναστατημένοι δουλοπάροικοι των Σκυθών. Οι περισσότεροι ήταν τοξότες και αρκετοί έφεραν ασπίδες και ακόντια. Ήταν πολυάριθμοι αλλά αμφίβολης μαχητικής αξίας. Υπήρχαν ακόμη λιποτάκτες από τις πολιτοφυλακές των αποικιών του Βοσπόρου πιθανόν οπλισμένοι ως δορυφόροι πυκνής τάξεως.

Ο Σάτυρος διέθετε μια δύναμη 20.000 Ελλήνων και Θρακών μισθοφόρων. Πιθανώς οι Έλληνες πολέμησαν στον παραδοσιακό σχηματισμό της οπλιτικής φάλαγγας και οι Θράκες μάλλον πολέμησαν ως πελταστές. H περίφημη ρομφαία όμως είχε κάνει ήδη την εμφάνισή της στη Θράκη, οπότε ένας αριθμός ρομφαιοφόρων Θρακών είναι πολύ πιθανός  στον βασιλικό στρατό. Το ιππικό του Σάτυρου αριθμούσε 10000 ιππείς, η πλειοψηφία των οποίων ήταν βαριά θωρακισμένοι Σκύθες ευγενείς. Μερικοί διέθεταν κατάφρακτους ίππους. Οι  υπόλοιποι ήταν μάλλον απλοί ιπποτοξότες. Και ο Σάτυρος σίγουρα θα συνοδευόταν από τους δικούς του έφιππους «βασιλικούς φίλους». Επιπλέον διέθετε 20.000 Σκύθες πεζούς, πιθανόν από αυτούς που ο Ηρόδοτος περιέγραψε σαν «γεωργικούς Σκύθες».

Σαρμάτες πολεμιστές

Ο Σάτυρος ήταν διορισμένος από τον πατέρα του ως διάδοχος και φαίνεται να διοικεί τις δυνάμεις του βασιλείου, αντίθετα από το αντίπαλο του Εύμηλο που βασίζονταν σε εξωτερική υποστήριξη. Γιατί όμως ο Σάτυρος δεν συμπλήρωσε τους αριθμούς του με τις πολιτοφυλακές των αποικιών για μην υστερεί αριθμητικά;

Ο αδελφός του Εύμηλος ήταν ικανός όχι μόνο να προκαλέσει μια εξέγερση, αλλά ήταν σε θέση να διατηρήσει την εξέγερση επιτυχώς, ακόμα και μετά από την ήττα του στον ποταμό Θάτη. Αυτό αποκαλύπτει κάποιο βαθμό λαϊκής υποστήριξης, και πράγματι, αφότου ο Εύμηλος αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς, θέσπισε διάφορα δημοφιλή μέτρα, συμπεριλαμβανομένων φορολογικών ατελειών, για να διατηρήσει στην προηγούμενη καλή διάθεσή των αποίκων στο πρόσωπό του. Κατά συνέπεια οι κάτοικοι των πόλεων, και επομένως οι πολιτοφυλακές τους, ήταν μάλλον υπέρ του Εύμηλου παρά υπέρ του  Σάτυρου, ο οποίος είχε και την εξουσία να τους επιστρατεύσει. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που ο Σάτυρος επέλεξε να μην τους χρησιμοποιήσει καθώς-αντίθετα από τους μισθοφόρους- μάλλον θα τον εγκατέλειπαν στην μάχη με καταστροφικά αποτελέσματα.


Σφαγή στο ποτάμι

Ο Σάτυρος τοποθέτησε τον εαυτό του στο κέντρο της παράταξης όπως ήταν η συνήθεια των Σκυθών. Οι Σκύθες ευγενείς ήταν σε σχηματισμό εμβόλου με τους ιπποτοξότες να τους υποστηρίζουν στα άκρα. Στο δεξί του κέρας ο βασιλιάς παρέταξε τους Έλληνες και Θράκες μισθοφόρους του. Παρά το αριθμητικό τους μειονέκτημα υπολόγισε ότι θα συγκρατούσαν τον εχθρό αρκετά ώστε αυτός να τον κάμψει στο υπόλοιπο του μετώπου. Πιθανώς, οι ελαφρύτεροι Θράκες  ήταν στο άκρο δεξιό οι Έλληνες οπλίτες ήταν στο εσώτερο.
Από την πλευρά του ο Εύμηλος, μαζί με τους  έφιππους σωματοφύλακες του, ήταν ο ίδιος, στον αριστερό κέρας μαζί με τους Πόντιους λιποτάκτες και μια δύναμη Σαρματικού πεζικού αντιμετωπίζοντας τους Έλληνες και τους Θράκες. Ο βασιλιάς, Αριφάρνης, ήταν επίσης στο αντίπαλο κέντρο με τον όγκο του Σαρματικού ιππικού αντιμετωπίζοντας τους Σκύθες. Και οι δύο αντίπαλοι είχαν τοποθετήσει το σύνολο του λιγότερο αξιόπιστου πεζικού τους: ο μεν Σάτυρος στο αριστερό και οι Σαρμάτες στο δεξί. Ο σκοπός τους ήταν μάλλον να αλληλο-παρεμποδίζονται στο να ενισχύσουν τους αντιμαχόμενους.

Στην πεισματική μάχη που ακολούθησε, ο Σάτυρος με το επίλεκτο ιππικό του επέλασε κατά του Αριφάρνη. Πολλοί έπεσαν και από τις δύο πλευρές, αλλά τελικά το έμβολο των Σκυθών διέσπασε τούς Σαρμάτες. Εκμεταλλευόμενοι την θωράκισή τους οι Σκύθες πίεζαν σκληρά του Σαρμάτες πλεονεκτώντας στην σύγκρουση. Ο Αριφάρνης σκοτώθηκε και οι ιππείς του εξαναγκάστηκαν σε  άτακτη υποχώρηση ακολουθούμενοι από τους Σκύθες.

Ο Εύμηλος είχε αρχικά επιτυχία ενάντια στους Έλληνες και το Θράκες, ωθώντας τους πίσω. Οι Θράκες μάλλον κάμφθηκαν από του ιππείς του Εúμηλου και οι οπλίτες δεν προέλασαν για να μην πλευροκοπηθούν. Παρόλα αυτά δικαιολόγησαν την εμπιστοσύνη του Σάτυρου καθώς δεν τράπηκαν σε φυγή αλλά αντιστέκονταν πεισματικά. Ενώ Εύμηλος ήταν αγκιστρωμένος, ο Σάτυρος κατάφερε να ανασυγκροτήσει και να οδηγήσει το ιππικό του σε μια δεύτερη έφοδο ενάντια στα πλευρά και τα μετόπισθεν του Εύμηλου. Ο σφετεριστής διέφυγε με τους ιππείς του αλλά το υπόλοιπο του στρατού του κατεσφάγη ανηλεώς.

Η νύχτα πρέπει να ήταν εφιαλτική με τους Σκύθες να γδέρνουν ή να πριονίζουν τα κρανία των νικημένων και προετοιμάζοντας άλλους αιχμαλώτους για ανθρωποθυσίες όπως ήταν τα έθιμά τους. Φυσικά, θα τιμώρησαν παραδειγματικά με εφιαλτικές ποινές όπως του ανασκολοπισμού του επαναστάτες δουλοπάροικους.

Κιμμέριος Βόσπορος

Ο Κιμμέριος Βόσπορος υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι του αρχαίου ελληνικού κόσμου, όπως αποδεικνύουν και τα αρχαιολογικά ευρήματα. Από τον 8ο έως τον 6ο π. Χ. αιώνα οι Έλληνες εμφανίσθηκαν στα βόρεια παράλια του Ευξείνου Πόντου, ασχολήθηκαν με το εμπόριο και ίδρυσαν πόλεις-αποικίες. Η πρώτη από αυτές ιδρύθηκε από Έλληνες καταγόμενους από τη Μίλητο (Μικρά Ασία) στη νήσο Μπερεζάν το δεύτερο ήμισυ του 7ου π. Χ. αιώνα. Αργότερα ιδρύθηκαν οι πόλεις: Όλβια στον ποταμό Μπούγκ, Θήρα στο Δνείστερο, Θεοδοσία, Παντικάπαιον, Νυμφαίον, Χερσόνησος στην Ταυρίδα (Κριμαία). Οι πιο σημαντικές αποικίες με τον καιρό μετατράπηκαν σε “ελληνοβαρβαρικές” πόλεις-κράτη. Οι ελληνικές πόλεις άσκησαν σημαντική πολιτιστική και οικονομική επιρροή στους ιθαγενείς λαούς.

Οι πόλεις αυτές στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. συνενώθηκαν με κέντρο το Παντικάπαιο, υπό την εξουσία της δυναστείας των Αρχαιανακτιδών, με την οποία ουσιαστικά αρχίζει μακρά εξελικτική πορεία της δημιουργίας του κράτους του Κιμμερίου Βοσπόρου. Σταθμός σ’ αυτή την πορεία υπήρξε η άνοδος, το 438 π.Χ., στην εξουσία της δυναστείας των Σπαρτοκιδών που κυβέρνησαν ως τα τέλη του 2ου αι. π.Χ.

Στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. ο Κιμμέριος Βόσπορος παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένη οντότητα. Είναι τότε που αναπτύσσει εμπορικές σχέσεις με την Αθήνα. Υπάρχει  ψήφισμα της εποχής, το οποίο αναφέρεται στα προνόμια της Βασιλικής οικογένειας του του Πόντου από την Αθήνα, λόγω αυτής ακριβώς της εμπορικής δραστηριότητας. Επίσης, ο Δημοσθένης αναφέρει ότι οι Αθηναίοι εισάγουν 410.000 μεδίμνους σίτου από τον Πόντο, ποσότητα που αναλογεί στο ήμισυ των εισαγωγών τους από διάφορα άλλα κέντρα. Άλλο προϊόν ήταν οι μεγάλες ποσότητες παστού τόννου εξαιρετικής ποιότητος. Τα οφέλη που αποκόμισαν οι Αθηναίοι από το εμπόριο αυτό ήταν πολλά, αλλά και το κράτος του Κιμμερίου Βοσπόρου γνώρισε περίοδο μεγάλης ακμής την ίδια εποχή, λόγω των εμπορικών σχέσεων με την Αθήνα.

Στα τέλη αυτού του αιώνα μια έντονη δυναστική έριδα φέρνει στην εξουσία τον Εύμηλο, χαρακτηριστικό δυνάστη ελληνιστικού τύπου. Τον 3ο αι. π.Χ. οι Σπαρτοκίδες φέρουν τον βασιλικό τίτλο. Ακολουθεί περίοδος στασιμότητας (3ος-2ος αι. π.Χ.), αποτέλεσμα της οποίας υπήρξε η ανάμειξη στα πολιτικά πράγματα του Βοσπόρου των Σκυθών και η ανατροπή της δυναστείας των Σπαρτοκιδών. Πρωταγωνιστής των πολιτικών πραγμάτων ήταν πλέον ο Μιθριδάτης Στ’ Ευπάτωρ. Ο Βόσπορος ως ανεξάρτητο κράτος ήταν πλέον παρελθόν. Οι αρχαίες παρευξείνιες αποικίες, πλην της Χερσονήσου και του Παντικαπαίου, καταστράφηκαν τον 4ο αιώνα π. Χ. από τους Ούννους

Πηγές:

Διόδωρος Σικελός Ιστορίαι 20, 22-23.3 Loeb Κλασσική Βιβλιοθήκη έκδοση 1920  

Mariusz Mielczarek “Το Βασίλειο του Βοσπόρου”, Oficyna Naukowa, Λόντζ 1999. 

Ν.ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 24/10/2005

ΛΕΥΚΩΜΑ «Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΥΡΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ» 7-ημέρες ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Αθήναι 1996