Η Ναυτική Εκπαίδευση την περίοδο του εκσυγχρονισμού του Κράτους (1881 – 1910)

Ο εκσυγχρονισμός της Ναυτικής Εκπαίδευσης εντάσσεται στο πλαίσιο του β’ μεγάλου εκσυγχρονισμού του Βασιλικού Ναυτικού που μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Από τον Μάιο του 1882 έως τον Δεκέμβριο του 1884, λειτούργησε Ναυτική Σχολή στον πάρωνα Ἄρης. Τον Σεπτέμβριο του 1882, πραγματοποιήθηκε με τον αυτόν τον πάρωνα οπρώτος πραγματικός εκπαιδευτικός πλους δοκίμων. Το πλοίο επισκέφθηκε έντεκα λιμάνια της Μεσογείου και έφθασε μέχρι τη Λισαβώνα. Η επιστροφή του Ἄρης στον Πειραιά έτυχε λαμπρής υποδοχής, καθώς γύρω του έπλεαν λέμβοι με συγγενείς και φίλους των δοκίμων, το καταδρομικό Ναύαρχος Μιαούλης και τα ξένα πολεμικά παιάνιζαν τον εθνικό ύμνο, ενώ ο ίδιος ο βασιλιάς παρακολουθούσε από μία ατμάκατο. Τον Δεκέμβριο του 1884, οι δόκιμοι μετατέθηκαν στον Στόλο και η Σχολή διαλύθηκε, γιατί είχε αρχίσει να λειτουργεί στον ατμοδρόμωνα Ἑλλάς, η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων.

Ο πάρων Άρης στον Ναύσταθμο το 1905. Φωτογραφία από τον Ανθυποπλοίαρχο τότε Νικόλαο Μακκά (αρχείο ΕΛΙΑ – ΜΙΕΤ).

Τους τελευταίους μήνες του 1883 ανατέθηκε στον πλωτάρχη Ηλία Κανελλόπουλο, τμηματάρχη προσωπικού του Υπουργείου Ναυτικών, η σύνταξη των σχετικών οργανισμών και κανονισμών. Ο Κανελλόπουλος συνέταξε βάσει των ανάλογων γαλλικών διατάξεων πέντε νομοσχέδια, τα οποία κάλυπταν με λεπτομέρεια όλους τους τομείς λειτουργίας της Σχολής. Η αξία της εργασίας του αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο οργανισμός αυτός διατηρήθηκε για 34 χρόνια, περισσότερα δηλαδή από κάθε άλλον. Τα θέματα εξετάσεων, εκπαίδευσης και εκπαιδευτικών πλοίων, αδειών, ποινών και εσωτερικής υπηρεσίας καθορίστηκαν με σαφήνεια.

Ο Πλωτάρχης Ηλίας Κανελλόπουλος. Ο πατέρας, ο ιδρυτής και η ψυχή της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.

Το επιτελείο της Σχολής αποτελούνταν από τον διοικητή, τον υποδιοικητή, που εκτελούσε και χρέη διευθυντή σπουδών, τέσσερεις υποπλοιάρχους επιτηρητές, ιερέα, ιατρό και φροντιστή. Τον Μάιο του 1884, διεξήχθησαν εισαγωγικές εξετάσεις για την κατάταξη 24 δοκίμων. Έλαβαν μέρος 45 υποψήφιοι και πέτυχαν 21, από τους οποίους 8 ήταν πρώην ναυτικοί υπότροφοι της Σχολής Ευελπίδων (έτσι ονομάζονταν οι απόφοιτοι από τη Σχολή του Στρατού που προορίζονταν για το Ναυτικό). Τον Ιούλιο, ανέλαβε διοικητής της Σχολής και κυβερνήτης του ατμοδρόμωνα Ἑλλάς ο Ηλίας Κανελλόπουλος και στις 4 Αυγούστου, εισήχθησαν οι νέοι δόκιμοι. Στις 8 Αυγούστου, έγιναν με κάθε επισημότητα τα εγκαίνια της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων δυστυχώς όμως, ο Λεωνίδας Παλάσκας, του οποίου το όραμα γινόταν πραγματικότητα, δεν πρόλαβε να ζήσει αυτήν την αλλαγή των καιρών.

Ο Λεωνίδας Παλάσκας. Ο εκσυγχρονισμός της Ναυτικής Εκπαίδευσης αλλά και του Βασιλικού Ναυτικού ήταν το δικό του όραμα που “έπαιρνε σάρκα και οστά”.

 Η λειτουργία της Σχολής ήταν ομαλή ήδη από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της. Τον Σεπτέμβριο μάλιστα, έγινε ο πρώτος στρατιωτικός περίπατος, τον Νοέμβριο, επιθεώρηση από τον υπουργό των Ναυτικών και τον Ιούνιο οι εξετάσεις των δοκίμων παρουσία των υπουργού των Ναυτικών και του αρχηγού της Γαλλικής Αποστολής. Στη Σχολή, δίδαξαν καταξιωμένοι στρατιωτικοί αλλά και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι εξασφαλίζοντας υψηλή ποιότητα στην παρεχόμενη εκπαίδευση. Εντούτοις, ψυχή της Σχολής ήταν ο Ηλίας Κανελλόπουλος. Καθηγητής και συγγραφέας των περισσότερων εκπαιδευτικών βιβλίων για τα ναυτικά μαθήματα, έκανε τα πάντα για να αποκτήσει η Σχολή το απαιτούμενο εκπαιδευτικό επίπεδο.

 Το 1885 μεταφέρθηκε στη στεριά, σε μια οικία στον Πειραιά, που ανήκε στον έμπορο Θεόφιλο Φεράλδη και χρησιμοποιούταν μέχρι τότε ως παράρτημα της Σχολής Ευελπίδων. Εκεί, έμεινε 7 χρόνια. Η Σχολή οργανώνεται όλο και περισσότερο, καθώς βελτιώθηκε το επίπεδο των καθηγητών. Το 1887, οπότε και συμπληρώθηκαν οι τέσσερεις τάξεις, οι δόκιμοι έφτασαν τους 64. Κάθε χρόνο εισάγονταν στη Σχολή κατά μέσο όρο 12 δόκιμοι, όπου επιλέγονταν από τετραπλάσιο αριθμό υποψηφίων.

Απαγορεύτηκαν με νόμο οι ατασθαλίες εισαγωγής αποτυχόντων υποψηφίων στη Σχολή και επιτράπηκε η φοίτηση αλλοδαπών, των οποίων ο ένας γονέας ήταν Έλληνας ή Αλβανός. Οι εκπαιδευτικοί πλόες γίνονταν μέχρι το 1889 με το Ἑλλάς, ύστερα με άλλα πλοία, τόσο σε ελληνικούς όσο και μεσογειακούς λιμένες. Το 1889, έγινε η πρώτη κοινωνική εκδήλωση της Σχολής, η οποία ήταν μια θεατρική εσπερίδα, με ηθοποιούς τους ίδιους τους δοκίμους. Στην εσπερίδα αυτή, προσήλθαν πάρα πολλές οικογένειες του Πειραιά και των Αθηνών, καθώς και όλοι οι μαθητές της Σχολής των Ευελπίδων και οι καθηγητές και των δύο Σχολών.

Το 1888, αποφοίτησαν οι πρώτοι δόκιμοι, οι οποίοι ονομάστηκαν σημαιοφόροι. Ο ναύαρχος Lejeune κατά την αποχώρησή του το 1890 εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι με αυτούς τους νέους αξιωματικούς, το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να αναπτυχθεί χωρίς την παρουσία ξένων αποστολών. Το 1890, παρέδωσε τη Διοίκηση της Σχολής ο Η. Κανελλόπουλος και το 1895, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, αναρτήθηκε στο γραφείο του διοικητή της Σχολής η εικόνα του τιμῆς ἔνεκεν.


Το 1891, αποφασίστηκε η επαναφορά της Σχολής στο Ἑλλάς μάλλον για οικονομικούς λόγους. Για να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες της Σχολής, έγιναν πολλές μετασκευές στο πλοίο, όπου αφαιρέθηκαν όλα τα πυροβόλα και οι ιστοί, εκτός του πρυμναίου, στο οποίο παρέμεναν μερικές κεραίες και επιστήλια για να εξασκούνται έτη.


Ως εκπαιδευτικά πλοία χρησιμοποιήθηκαν μέχρι το 1902 οι ατμομυοδρόμωνες, γνωστοί με το όνομα Ποταμοί (Ἀλφειός, Ἀχελῶος, Εὐρώτας και Πηνειός, έτος ναυπήγησης: 1885) και τα επόμενα χρόνια το καταδρομικό Ναύαρχος Μιαούλης, με το οποίο εκτελέστηκαν από το 1900 έως το 1902 οι υπερωκεάνιοι πλόες των δοκίμων με επισκέψεις και σε αμερικανικούς λιμένες.

Ο ατμομυοδρόμων Αλφειός κατά τα γυμνάσια με τα ιστία στο Σαρωνικό, 17 Νοεμβρίου 1904. Οι ατμομυοδρόμωνες Αλφειός, Ευρώτας, Πηνειός και Αχελώος ονομάζονταν «Ποταμοί» και χρησιμοποιούνταν για εκπαιδευτικούς πλόες δοκίμων και υδρογραφικές εργασίες (Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο).
Τάξη 1906 Α’ Σχολής Ναυτικών Δοκίμων (πηγή: mezeviris. gr)