Η συμμετοχή του Πολεμικού Ναυτικού στις μεγάλες συμμαχικές επιχειρήσεις κατά του Άξονα

Πρώτοι αντικειμενικοί στόχοι των Συμμάχων ήταν τα ιταλικά νησιά Παντελαρία και Λαμπεδούσα. Στην επιχείρηση αυτήν συμμετείχε και το Β. Όλγα. Ο Αρχηγός Στόλου υποναύαρχος Αλεξανδρής αναφέρει:

«Κατὰ τὸν πλοῦν τῆς 10ης – 12ης /6/’43 μετέσχεν (σ.σ. το Β. Ὄλγα) τῆς ἐπιχειρήσεως καταλήψεως Παντελαρίας καὶ Λαμπεδούσης μετὰ τῆς Ἀγγλικῆς Ναυτικῆς Δυνάμεως, ἀποτελουμένης ἐκ 4 καταδρομικῶν καὶ 7 ἀντιτορπιλλικῶν. Κατὰ τὴν ἐπιχείρησιν, ἡ Ναυτική Δύναμις ὑπἐστη ἐπίθεσιν ἐξ εἰκοσιτεσσάρων ἐχθρικῶν αἐροσκαφῶν, ἅπασαι αἱ βόμβαι τῶν ὁποίων ἐβλήθησαν κατὰ τοῦ πλοίου. Τὸ πλοῖον περιεβάλλετο συνεχῶς ἀπὸ στήλας ὕδατος, ὥστε πρὸς στιγμήν να νομισθῆ ὑπὸ ἑνὸς Ἀγγλικοῦ ἀντ/κου  ὅτι ἐβλήθη καιρίως καὶ τοῦτο ἐχείρισεν πρὸς παραβολήν εἰς τὴν πλευράν αὐτοῦ. Ἐπὶ τοῦ πλοίου εὑρέθησαν θραύσματα βομβῶν. Οὐδεμίαν ζημίαν ἥ ἀπώλειαν ὑπέστη. Μετὰ τῆς λοιπῆς Ναυτικῆς Δυνάμεως ἤρχισεν βάλλον ἐξ ἀποστάσεως 2.300 μέτρων κατὰ τῆς νήσου Παντελαρίας, βαλλόμενον συγχρόνως ὑπὸ τῶν πυροβολείων. Μετὰ τινας βολάς κατὰ τοῦ πυροβολείου, τοῦτο ἐσίγησεν. Ὀλόκληρος ἡ Ναυτική Δύναμις ὑπέστη ἰσχυρόν βομβαρδισμόν ὑπὸ ἐχθρικῶν ἀεροσκαφῶν, στρεφομένων κυρίως ἐναντίον τῶν ὀπλιταγωγῶν καὶ ἀποβατικῶν ἄνευ ἀποτελέσματος. Ἡ ἀπόβασις ἐπὶ τῆς νήσου Παντελαρίας ἐξετελέσθη. Ἐν συνεχείᾳ, συνέπλευσε μετὰ τῆς Ἀγγλικῆς Ναυτικῆς Δυνάμεως πρὸς κατάληψιν τῆς νήσου Λαμπεδούσης. Ἐξ ἀποστάσεως 10.000 μέτρων ἀπὸ τῆς νήσου, συμμετέχει εἰς τὸν βομβαρδισμόν τοῦ Λιμένος καὶ τῶν πυροβολείων, βαλλόμενον ὑπὸ τῶν πυροβολείων τῆς νήσου. Ὁ βομβαρδισμός ἐπανελήφθη τετράκις, μεθ’ ὅ ἡ νῆσος ὕψωσε λευκάς σημαίας καὶ ἤρχισεν ἀκολούθως ἡ ἀπόβασις. Κατὰ τὴν ἀπόβασιν ταύτην οὐδεμία ἀπώλειαν ἤ ζημίαν ὑπέστη τὸ πλοῖο».

Το αντιτορπιλικό Βασίλισσα Όλγα

Επόμενο βήμα ήταν η απόβαση στη Σικελία. Η συμμαχική ναυτική δύναμη τέθηκε υπό τις διαταγές του Άγγλου Στολάρχου της Μεσογείου ναυάρχου Sir Andrew Cunningham. Η δύναμη αυτή αποτελείτο από 2.000 οπλιταγωγά, αρματαγωγά και αποβατικά πλοία τα οποία θα τα συνόδευαν εκαντοντάδες πολεμικά όλων των τύπων. Εν τω μεταξύ στην Αλεξάνδρεια, στο Πορτ Σάιδ και στα άλλα λιμάνια των βορειοαφρικανικών ακτών είχε αρχίσει η πυρετώδης κίνηση πλοίων.

Στα ελληνικά πολεμικά πλοία, ιδίως τα νεότερα, επιφυλασσόταν ένας πολύ ενεργός ρόλος. Αλλά ακόμα και τα παλαιότερα αντιτορπιλικά, όπως τα τορπιλοβόλα Νίκη και Ἀσπίς, χρησιμοποιήθηκαν σε καθημερινές συνοδείες προπαρασκευαστικής μορφής από τα λιμάνια της Συρίας προς το Πορτ Σάιδ  και από εκεί στην Αλεξάνδρεια.

Από τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου, άρχισαν να κινούνται από τα αιγυπτιακά λιμάνια προς τα δυτικά οι μεγάλες νηοπομπές οπλιταγωγών, στων οποίων τις συνοδείες συμμετείχαν το Πίνδος και το Μιαούλης. Στις 4 Ιουλίου, το Β. Ὄλγα έχοντας συμπεριληφθεί στη ναυτική δύναμη κάλυψης, κατέφτασε στην Αλεξάνδρεια για να αποπλεύσει από εκεί για το μέτωπο της αποβατικής επιχειρήσης. Υπήρχε η πεποίθηση ότι ο Ιταλικός Στόλος θα έδινε τὸν ὑπὲρ πάντων ἀγώνα και γι’ αυτόν τον λόγο, ο Έλληνας Αρχηγός Στόλου και ο Βρετανός διοικητής των αντιτορπιλικών της δύναμης κάλυψης, επιβιβάστηκαν στο πλοίο για να εμψυχώσουν το πλήρωμά του.

Αντίδραση όμως από τον Ιταλικό Στόλο δεν υπήρξε. Οι συμμαχικές νηοπομπές που μετέφεραν το πρώτο κύμα της αποβατικής δύναμης, έφθασαν στις 2:30 της 10ης  Ιουλίου  στα καθορισθέντα σημεία των αιγιαλών της νότιας και ανατολικής ακτής της Σικελίας και άρχισαν αμέσως την απόβαση. Η ιταλική επάκτια αντίσταση ήταν ασθενής και η απόβαση προχώρησε κανονικά. Στις 7.30 τα συμμαχικά στρατιωτικά τμήματα άρχισαν να προελαύνουν προς το εσωτερικό.

Το αντιτορπιλικό Μιαούλης
Το αντιτορπιλικό Πίνδος (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)

Τα ελληνικά πλοία Πίνδος, Κανάρης, Μιαούλης και Αδρίας, αφού συνόδευσαν τις νηοπομπές μέχρι τις θέσεις αποβάσεως, ανέλαβαν μαζί με τα βρετανικά αντιτορπιλικά ανθυποβρυχιακές περιπολίες, κατά τη διάρκεια των οποίων υπέστησαν επανειλημμένες επιθέσεις αεροσκαφών και επακτίων πυροβολείων χωρίς όμως κάποια συνέπεια. Στις 12  Ιουλίου το αντιτορπιλικό Κανάρης, αφού ολοκλήρωσε την περιπολία του, διετάχθη να συνοδεύσει τον μονίτορα (τύπος πλοίου)  Erebus, που κατευθυνόταν προς την οχυρωμένη ναυτική βάση της Αυγούστας για να την βομβαρδίσει. Όταν έφθασαν προ του λιμένα το βρετανικό πλοίο άρχισε μαζί με δύο καταδρομικά τον βομβαρδισμό, ενώ το Κανάρης (κυβερνήτης πλωτάρχης Δαμηλάτης, επέβαινε και ο διοικητής αντιτορπιλικών πλοίαρχος Βλαχόπουλος) διατάχθηκε να πλησιάσει στην είσοδο του λιμένα για αναγνώριση. Ο κυβερνήτης του ελληνικού αντιτορπιλικού ζήτησε άδεια να αποστείλει οπλισμένη βενζινάκατο εντός του λιμένος. Η άδεια χορηγήθηκε και ενώ η βενζινάκατος προχωρούσε προς το λιμένα, δέχτηκε καταιγισμό πυρός από εχθρική πυροβολαρχία. Το Κανάρης, ανταποδίδοντας το πυρ, εισέπλευσε μέσα στον λιμένα για να παραλάβει τη βενζινάκατο, η οποία εν τω μεταξύ είχε αποβιβάσει άνδρες στη στεριά, που είχαν μάλιστα συλλάβει και μερικούς Ιταλούς. Κατά τη διάρκεια του έκπλου του, το ελληνικό πολεμικό δέχθηκε ομοβροντία ανεπιτυχούς εχθρικού πυρός. Στη συνέχεια, ανέλαβε ανθυποβρυχιακή έρευνα έξω από το λιμάνι της Αυγούστας, κατά την οποία υπέστη επίθεση εχθρικών βομβαρδιστικών χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Το αντιτορπιλικό Κανάρης (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)

Το Μιαούλης (κυβερνήτης πλωτάρχης Νικητιάδης), το πρωί της 12ης  Ιουλίου διέσωσε και ρυμούλκησε στην Μάλτα ένα βρετανικό αντιτορπιλικό που είχε βληθεί από βόμβα αεροπλάνου. Στην συνέχεια μαζί με το Αδρίας (κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Τούμπας) ανέλαβε περιπολία έξω από την Αυγούστα. Κατά την διάρκεια αυτής της περιπολίας, στις 14  Ιουλίου, το Ἀδρίας διέσωσε πιλότο καταρριφθέντος βρετανικού καταδιωκτικού και κατόπιν τρεις αεροπόρους, πλήρωμα αμερικάνικου αεροσκάφους που είχε καταρριφθεί από εχθρικό επάκτιο πυροβολείο. Στις 17  Ιουλίου, το Β. Ὄλγα, μαζί με το βρετανικό θωρηκτό Warspite, ένα καταδρομικό και επτά αντιτορπιλικά, συμμετείχε στον σφοδρό βομβαρδισμό της Κατάνης για υποβοήθηση της προς βορρά κατά μήκος της ανατολικής ακτής συμμαχικής προέλασης.

Η κορβέτα Σαχτούρης (κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Μανωλάτος) είχε αποπλεύσει από το Πορτ Σάιδ ως μέρος συνοδείας νηοπομπής στις 3 Ιουλίου. Απεσπάστηκε όμως από αυτήν για να μεταφέρει στην Βεγγάζη 251 ναυαγούς ενός τορπιλισθέντος οπλιταγωγού της νηοπομπής, στην οποία επανέπλευσε μετά το πέρας της μεταφοράς. Στις 18 Ιουλίου έλαβε μέρος στην συνοδεία νηοπομπής προς τις Συρακούσες, όπου και κατέπλευσε την 25η  Ιουλίου.

Η κατάκτηση της Σικέλίας είχε συντελεστεί μέχρι την 17η Αυγούστου με τον Ιταλικό Στόλο να μένει αδρανής. Εν τω μεταξύ στην Ιταλία είχε ξεσπάσει πολιτική κρίση. Ο Μουσολίνι είχε εξαναγκαστεί σε παραίτηση στις 25  Ιουλίου και η νέα κυβέρνηση υπό τον στρατάρχη Badoglio είχε ξεκινήσει με άκρα μυστικότητα τις συνομιλίες συνθηκολόγησης με τον στρατηγό Αϊζενχάουερ. Παρόλα αυτά, οι επιχειρήσεις κατά της Ιταλίας έπρεπε να συνεχιστούν λόγω της ύπαρξης των συμπτυσσόμενων γερμανικών δυνάμεων στην ιταλική χερσόνησο. Πρώτοι αντικειμενικοί σκοποί ήταν η κατάληψη του αεροδρομίου της Foggia, το οποίο θα ήταν χρήσιμο για τους βομβαρδισμούς κατά της Γερμανίας καθώς και της Νάπολι για την χρησιμοποίηση του λιμανιού της. Για την επίτευξη των παραπάνω αντικειμενικών στόχων έγιναν δύο αποβατικές επιχειρήσεις. Η πρώτη είχε ως σκοπό να καταληφθούν το Ρέτζιο και η Βίλλα Σαν Τζοβάνι της Καλαβρίας απέναντι από τη Μεσίνα. Αυτή η επιχείρηση ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα με αποτέλεσμα ο στρατός υπό τον στρατηγό Μοντγκόμερυ στις 10  Σεπτεμβρίου νε έχει φτάσει στο λαιμό της χερσονήσου της Καλαβρίας.

Η δεύτερη επιχείρηση με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της Νάπολι διεξήχθη στις 9 Σεπτεμβρίου με αποβατική ενέργεια μεγάλης κλίμακος ανατολικά του Σαλέρνο. Χρησιμοποιήθηκαν για αυτήν 5 μεραρχίες και 600 πλοία όλων των κατηγοριών, μεταξύ αυτών και 250 πολεμικά. Η απόβαση του πρώτου κύματος διεξήχθη με επιτυχία υπό την άμεση κάλυψη του πυροβολικού του στόλου αλλά στην συνέχεια ανεκόπη. Ο Γερμανός στρατάρχης Kesserling αντέταξε λυσσώδη αντίσταση σε σημείο που κάποια στιγμή η θέση των συμμαχικών στρατευμάτων ήταν κρίσιμη. Κι ενώ τελικά, η κατάσταση σταθεροποιήθηκε, η πρόοδος δεν ήταν αυτή που αναμενόταν. Σε αυτήν τη συμμαχική επιχείρηση, συμμετείχαν από το Πολεμικό Ναυτικό τα πλοία Πίνδος και Β. Ὄλγα.

Το Πίνδος, αφού συμμετείχε σε συνοδεία από Τρίπολη μέχρι Σαλέρνο, κατά την οποία υπέστη αεροπορική προσβολή και έβαλε κατά αεροσκαφών, έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις της απόβασης. Ανέλαβε περιπολίες, συνόδευσε βρετανικά καταδρομικά και όλα αυτά κάτω από επίμονες και συνεχόμενες αεροπορικές επιθέσεις του εχθρού. Εκτός από διάφορες επιθέσεις, εναντίον πιθανών θέσεων υποβρυχίων, το Πίνδος κατά τη διάρκεια συνοδείας του (20 – 24 Σεπτεμβρίου), διέσωσε τον ανθυποσμηναγό Τριπόδη, ο οποίος είχε πέσει στην θάλασσα λόγω βλάβης του αεροσκάφους του. Το Β. Ὄλγα αποτέλεσε μέρος της Δύναμης V, διαδρομώντας πλησίον των θέσεων της απόβασης.

Ο στρατάρχης Albert Kesselring

Οι επιχειρήσεις στην Ιταλία δεν εξελίσσονταν με την ταχύτητα που ανέμεναν οι Βρετανοί και οι Αμερικάνοι. Ο Γερμανός στρατηγός Kesselring είχε αντιτάξει πεισματώδη άμυνα κατά των Συμμάχων στα Απένινα όρη. Ως εκ τούτου, δημιουργήθηκε ανάγκη να πραγματοποιηθεί νέα συμμαχική απόβαση στο Anzio για να πλευροκοπηθεί η αμυντική γραμμή των Γερμανών. Η απόβαση άρχισε στις 21/1/1944 αλλά αμέσως συνάντησε την μαχητική και καλά οργανωμένη αντίσταση των Γερμανών. Τα ελληνικά πολεμικά πλοία που έλαβαν μέρος ήταν τα αντιτορπιλικά Κρήτη και Θεμιστοκλής καθώς και τα αρματαγωγά Σάμος, Λήμνος και αργότερα το Χίος. Τα αντιτορπιλικά αποτελούσαν μέρος των συνοδειών των οπλιταγωγών και αρματαγωγών, ενώ τα αρματαγωγά αφού αποβίβασαν τα άρματα και τα οχήματα του πρώτου κύματος της απόβασης, συνέχισαν την ροή μεταφοράς ενισχύσεων.

Το αντιτορπιλικό Κρήτη

Στις 6 Ιουνίου του 1944, πραγματοποιήθηκε από τους Συμμάχους η απόβαση στην Νορμανδία. Σκοπός ήταν η περαιτέρω σύμπτυξη των γερμανικών δυνάμεων δεδομένου ότι ήδη πιέζονταν από το μέτωπο της Ιταλίας αλλά και από την ρωσική προέλαση. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος πάνω από 3 εκατομύρια άνθρωποι, ενώ περί τους 200.000 ήταν το προσωπικό των συμμαχικών πλοίων. Η επιχείρηση έληξε επιτυχώς για τους Συμμάχους στις 30 Ιουνίου, όταν είχε πια είχε εδραιωθεί το προγεφύρωμα. Μέχρι τότε είχαν μεταφερθεί στις γαλλικές ακτές συνολικά 850.000 άνδρες, 148.000 οχήματα και 570.000 τόνοι προμηθειών από 7.000 πλοία από τα οποία βυθίστηκαν 59.

Από τον Ελληνικό Στόλο συμμετείχαν οι κορβέτες Κριεζής (κυβερνήτης πλωτάρχης Κιοσσές) και Τομπάζης (κυβερνήτης πλωτάρχης Παναγιωτόπουλος). Ήταν μόνο δύο, διότι το κύριο πεδίο επιχειρήσεων του Ελληνικού Στόλου ήταν η Μεσόγειος. Το Κριεζής συμμετείχε σε συνοδεία νηοπομπών από την Μ. Βρετανία προς τις γαλλικές ακτές, ενώ και το Τομπάζης συμμετείχε ως συνοδό αποβατικών πλοίων, αλλά και ως περιπολικό στην ενίσχυση του δημιουργηθέντος προγεφυρώματος και τον ανεφοδιασμό των συμμαχικών δυνάμεων. Την παραμονή της επιχείρησης, το Τομπάζης, συμμετέχοντας σε συνοδεία απέπλευσε από το Πορτσμουθ και έπλευσε με τη νηοπομπή στις εκβολές του Σηκουάνα, όπου αποβιβάστηκαν τα μεταφερόμενα στρατεύματα, ενώ στις 6/6 κατέπλευσε και πάλι στην ίδια περιοχή ως διοικητής νηοπομπής και αποβίβασε τους πρώτους κομάντος στην ακτή.

Η κορβέτα Κριεζής (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)

Παράλληλα, από τους Συμμάχους σχεδιαζόταν και απόβαση στην Νότια Γαλλία. Η επιχείρηση αυτή στην αρχή προοριζόταν να είναι μία επιχείρηση αντιπερισπασμού στην απόβαση της Νορμανδίας. Τελικά όμως, εξελίχθηκε σε μία επιχείρηση μεγάλης κλίμακας, στην οποία συμμετείχαν 880  πλοία όλων των τύπων. Σε αυτήν την επιχείρηση, συμμετείχαν από τον Ελληνικό Στόλο τα αντιτορπιλικά Θεμιστοκλῆς (κυβερνήτης πλωτάρχης Σαρρής), Ναυαρίνον (κυβερνήτης αντιπλοίαρχος Νεόφυτος), Πίνδος (κυβερνήτης πλωτάρχης Φούφας) και Κρήτη (κυβερνήτης πλωτάρχης Ι. Θεοφανίδης). Τα ελληνικά αντιτορπιλικά υποστήριζαν την απόβαση με περιπολίες, ανθυποβρυχιακές έρευνες και συνοδείες. Επίσης συμμετείχαν και τα αρματαγωγά Σάμος (κυβερνήτης πλοίαρχος Λάππας), Λήμνος (κυβερνήτης πλωτάρχης Λέστος) και Χίος (κυβερνήτης πλωτάρχης Τετεμπίλης), τα οποία μέχρι της 12ης  Σεπτεμβρίου ακατάπαυστα μετέφεραν στρατεύματα και υλικό σε διάφορους λιμένες της περιοχής της απόβασης.

Το ελληνικό εμπορικό ναυτικό έγραψε την δική του εποποιία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλά ελληνικά εμπορικά πλοία χάθηκαν στις νηοπομπές. Στην απόβαση της Νορμανδίας συγκεκριμένα ένα από τα σημαντικά προβλήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι συμμαχικές δυνάμεις ήταν και οι ισχυροί άνεμοι που έπνεαν στην περιοχή (8 μποφόρ). Για το λόγο αυτό αποφασίστηκε ο σχηματισμός κυματοθραυστών από παλαιά εμπορικά πλοία, τα οποία θα προσάραζαν αυτοβυθιζόμενα, το ένα καρφωμένο στην πρύμνη του άλλου.