Η ανάπτυξη του αεροπορικού όπλου
Η δημιουργία της Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατού
Από την πρώτη εμφάνιση του αεροπλάνου, αμέσως όλα τα κράτη αποφάσισαν να το εντάξουν στις ένοπλες δυνάμεις τους. Η Γαλλία ήταν το πρώτο κράτος που ίδρυσε Αεροπορική Υπηρεσία Στρατού το 1909 και εμφάνισε το αεροπλάνο στα μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια του 1910. Τον ίδιο χρόνο, ιδρύθηκε και η Στρατιωτική Αεροπορία της Γερμανίας και ακολούθως των άλλων Μεγάλων Δυνάμεων.
Η Ελλάδα γρήγορα εντάχθηκε στο σύνολο των κρατών που ανέπτυξαν το αεροπορικό όπλο. Η ελληνική Κυβέρνηση είχε μεριμνήσει για την δημιουργία έργων υποδομής και ανέθεσε σε Γάλλους ειδικούς να εξετάσουν την δυνατότητα δημιουργίας Αεροπορικής Υπηρεσίας μέσα στη γενικότερη διάθεση εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Η μετάκληση της γαλλικής αποστολής έγινε με βάση τον νόμο ΤΨΗ της 27ης Μαρτίου 1911, που προέβλεπε την χρησιμοποίηση δεκατριών ανωτέρων και κατωτέρων Γάλλων αξιωματικών με επικεφαλής τον υποστράτηγο Eudoux.
Η γαλλική αποστολή ανέλαβε την οργάνωση του Ελληνικού Στρατού σε όλους τους τομείς. Η οργάνωση της Ελληνικής Αεροπορίας στηρίχθηκε στα γαλλικά πρότυπα και αυτό ήταν απόλυτα φυσικό γιατί η Γαλλία ήταν το κράτος, στο οποίο το αεροπορικό όπλο είχε την μεγαλύτερη ανάπτυξη. Στο τέλος του 1911, ο Γαλλικός Στρατός αριθμούσε 200 περίπου αεροπλάνα, ενώ το Αεροπορικό Σώμα αποτελούσε ολόκληρο σύνταγμα από αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, μηχανικούς και οπλίτες. Ακόμη η Γαλλία είχε ιδρύσει αεροπορικούς σταθμούς σε διάφορα στρατηγικά σημεία και για την τηλεπικοινωνιακή σύνδεσή τους χρησιμοποιούταν ο τηλέγραφος.
Στα τέλη του 1911, το Υπουργείο Στρατιωτικών καλούσε με εγκύκλια διαταγή τους αξιωματικούς που επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στην Αεροπορία τις σχετικές αιτήσεις. Από τους εξήντα που υπέβαλαν αίτηση, μόνο τρεις κρίθηκαν κατάλληλοι και κατά τα μέσα του 1911 αναχώρησαν για τη Γαλλία. Αυτοί ήταν οι Καμπέρος Δημήτριος υπολοχαγός πυροβολικού, Μουτούσης Μιχαήλ, υπολοχαγός μηχανικού και ο Αδαμίδης Χρήστος, ανθυπίλαρχος. Λίγους μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1912, προστέθηκαν τρεις αξιωματικοί. Αυτοί ήταν οι Παπαλουκάς Λουκάς, υπολοχαγός πεζικού, Δράκος Μάρκος, υπολοχαγός πυροβολικού και Νοταράς Πανούτσος, ανθυπίλαρχος. Αυτοί οι αξιωματικοί γράφτηκαν στην Αεροπορική Σχολή του Ανρί Φαρμάν, που είχε την έδρα της στο αεροδρόμιο Etampes κοντά στο Παρίσι. Η πτητική τους εκπαίδευση γινόταν με πρωτόγονα αεροπλάνα τύπου Φαρμάν 50 ίππων, που δεν είχαν κανένα όργανο πτήσεως και εύκολα μπορούσαν να ανατραπούν από έναν ισχυρό άνεμο ή μια αυξημένη κλίση.
Η πρώτη επίσημη εμφάνιση της Στρατιωτικής Αεροπορίας στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1912 στα πλαίσια των μεγάλων γυμνασίων του Ελληνικού Στρατού που διεξάγονταν στην Αττική υπό την επίβλεψη του αρχηγού της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής. Ξεχώρισε για τις εκπληκτικές του ικανότητες ο Δημήτριος Καμπέρος ο οποίος από τον όρμο του Παλαιού Φαλήρου πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική πτήση την 13η Μαΐου 1912 μπροστά σε πλήθος θεατών. Αυτή ήταν η πρώτη πτήση στρατιωτικού αεροπλάνου στην Ελλάδα.
Την επόμενη μερα, απογειώθηκε από το Παλαιό Φάληρο με σκοπό να συμμετάσχει στις στρατιωτικές ασκήσεις. Τη στιγμή όμως που πλησίαζε στην περιοχή των ασκήσεων, ανάμεσα στα χωριά Καπανδρίτι και Κιούρκα Αττικής, ο κινητήρας έπαθε βλάβη και παρουσίασε μείωση στροφών. Ο κινητήρας έσβησε λίγα μέτρα πάνω από το έδαφος, ενώ ο Καμπέρος σώθηκε πηδώντας από το αεροπλάνο από ύψος 10 μέτρων επάνω σε σωρό από χόρτα. Οι ελαφρές ζημιές επιδιορθώθηκαν γρήγορα από τον ίδιο τον αεροπόρο και το αεροσκάφος συμμετείχε επιτυχώς στις στρατιωτικές ασκήσεις πραγματοποιώντας κατοπτεύσεις του εχθρού από ύψος 1000 έως 1500 μέτρων.
Οι επιτυχίες για τα κατορθώματα του Καμπέρου απέσπασαν την θερμή ευαρέσκεια του πρωθυπουργού Βενιζέλου, των υπουργών καθώς και των Γάλλων αξιωματικών, ενώ απασχόλησε ευρύτατα και τον τύπο. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Βενιζέλος ονόμασε τα πρώτα τρία στρατιωτικά αεροσκάφη Δαίδαλος, Γύψ και Ἰέραξ.
Προς την ίδρυση της Ναυτικής Αεροπορίας
Μετά την εμφάνιση του πρώτου πολεμικού αεροσκάφους κυριάρχησε η άποψη ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένας τύπος υδροπλάνου που θα στελέχωνε την Αεροπορία Ναυτικής Συνεργασίας. Μετά από επιμονή του υπολοχαγού Δ. Καμπέρου ανατέθηκε σε αυτόν η μετασκευή του αεροσκάφους σε υδροπλάνο. Έτσι, ο Δαίδαλος με την προσθήκη δύο πλωτήρων μετετράπη σε υδροπλάνο και ρίχτηκε στον Φαληρικό όρμο για δοκιμές.
Στις 22 Ιουνίου 1912, ο Δαίδαλος ως υδροπλάνο, πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική του πτήση υπό τα βλέμματα του πρωθυπουργού, του υπουργού Ναυτικών και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Η πρώτη δοκιμαστική πτήση ήταν επιτυχημένη και ακολούθησαν πολλές ακόμη. Σημαντική πτήση ήταν όταν ο υπολοχαγός Δ. Καμπέρος πραγματοποίησε πτήση από το Φάληρο στην Ύδρα. Λίγο πριν αποθαλασσωθεί ο Δαίδαλος, είχε αποπλεύσει από το Φάληρο το αντιτορπιλικό Νίκη προκειμένου να παρακολουθήσει την πτήση του υδροπλάνου και να προσφέρει βοήθεια στον χειριστή σε περίπτωση που παρουσιαζόταν ανάγκη.
Το υδροπλάνο κατευθύνθηκε στον Πόρο, όπου συναντήθηκε με το αντιτορπιλικό Νίκη και από εκεί στράφηκε στην Ύδρα όπου μετά από σαράντα τρία λεπτά πτήσης πάνω από τα κύματα, προσθαλασσώθηκε επιτυχημένα στον προλιμένα του νησιού. Στην συνέχεια μπήκε στο λιμάνι, όπου έγινε δεκτό από το πλήθος με ξέφρενο ενθουσιασμό. Την επόμενη μέρα, το υδροπλάνο επέστρεψε από την Ύδρα στο Παλαιό Φάληρο ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή. Παρά την θαλασσοταραχή και τους ισχυρούς ανέμους το υδροπλάνο έπειτα από πτήση 38 λεπτών με μέση ταχύτητα 110 χιλιόμετρα την ώρα-ο Δ. Καμπέρος κατέκτησε το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας υδροπλάνου για δύο μήνες-το υδροπλάνο προσθαλασσώθηκε επιτυχώς στον όρμο του Παλαιού Φαλήρου.
Μετά τις επιτυχημένες δοκιμές του υδροπλάνου στην Ελλάδα, ο Δ. Καμπέρος επέστρεψε στη Γαλλία για να συνεχίσει τις σπουδές του και να παρακολουθήσει τις εξελίξεις του αεροπλάνου και ιδιαίτερα τις προσθαλασσώσεις και αποθαλασσώσεις στο ανοικτό πέλαγος. Παράλληλα η ελληνική Κυβέρνηση άρχισε να προγραμματίζει την αγορά υδροπλάνων και εξετάζει την αποστολή αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού στο εξωτερικό για την απόκτηση πτυχίου αεροπόρου. Έτσι, το σχέδιο για την ίδρυση της Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας (Ν.Α.Υ.) τέθηκε σε εφαρμογή. Η ανάπτυξη της στρατιωτικής και ναυτικής αεροπορίας δεν ολοκληρώθηκε γιατί ξέσπασαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, εντούτοις θα ανδρωθούν μέσα από την συμμετοχή τους στις επερχόμενες πολεμικές αναμετρήσεις του Έθνους.
Η πρώτη αεροπορική απόστολή Ναυτικής Συνεργασίας
Η έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων δεν επέτρεψε την οργάνωση της Ναυτικής Αεροπορίας. Η Ναυτική Αεροπορία απέκτησε το πρώτο υδροπλάνο τον Νοέμβριο του 1912. Ήταν ένα διθέσιο Astra Hydroplane που έφερε κινητήρα Renault 100 ίππων. Σε επίσημη τελετή στο Παλαιό Φάληρο και με ανάδοχο το Υπουργείο Ναυτικών, το υδροπλάνο ονομάστηκε Ναυτίλος.
Στις 21 Ιανουαρίου 1913, ένα άλλο υδροπλάνο τύπου Maurice Farman Hydroplane με χειριστή τον υπολοχαγό Μ. Μουτούση και παρατηρητή τον σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη, πραγματοποίησε επιτυχή δοκιμαστική πτήση μέχρι την Τένεδο. Έπειτα από αυτό, ο Αρχηγός Παύλος Κουντουριώτης αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το υδροπλάνο για να κατοπτεύσει τις ναυτικές δυνάμεις των Οθωμανών στα Δαρδανέλια.
Η απόστολή αεροπορικής αναγνώρισης για λογαριασμό του Ναυτικού πραγματοποιήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1913. Καταρτίστηκε σχεδιάγραμμα της διάταξης του εχθρικού στόλου, εναντίον του οποίου ρίχτηκαν τέσσερεις χειροβόμβες, που προξένησαν ελαφρές ζημιές. Κατά την επιστροφή του, ο κινητήρας του υδροπλάνου υπέστη βλάβη. Με αποτέλεσμα την αναγκαστική προσθαλάσσωση και ρυμούλκησή του μέχρι τον Μούδρο από το αντιτορπιλικό Βέλος που παρακολουθούσε την πτήση.
Η αποστολή αυτή χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη διεθνώς ναυτικής συνεργασίας, ενώ ο ελληνικός και διεθνής τύπος εξήραν το γεγονός. Το γεγονός σχολιάστηκε και από τον οθωμανικό τύπο, πράγμα που δείχνει την εντύπωση που προκάλεσε το επίτευγμα των Ελλήνων αεροπόρων.



